Ημ/νία: 24/08/2016

Ζωοτροφές: Βάζουν Φωτιά στο κόστος παραγωγής

Ζωοτροφές: Βάζουν Φωτιά στο κόστος παραγωγής

Οι τιμές των ζωοτροφών προσδιορίζουν καταλυτικά την παραγωγικότητα και σε μεγάλο βαθμό την ανταγωνιστικότητα της κτηνοτροφίας

Η κτηνοτροφία βρίσκεται σε φθίνουσα πορεία. Την περίοδο 2007-2013, για παράδειγμα, οι εκμεταλλεύσεις με βοοειδή μειώθηκαν κατά 4,3% το έτος, με γαλακτοφόρες αγελάδες κατά 5,9%, με πρόβατα κατά 4,7%, με αίγες κατά 6,5%, με χοίρους κατά 7,2% και με πουλερικά κατά 4,2% το έτος. Τη διετία 2014-2015, τα δεδομένα επιδεινώθηκαν. Παρόμοια πτωτική εικόνα παρουσιάζει και το διαθέσιμο ζωικό κεφάλαιο, γεγονός που μειώνει την αυτάρκεια των κύριων κτηνοτροφικών προϊόντων. Δύο είναι οι βασικές αιτίες αυτού του φαινομένου: οι διακυμάνσεις των τιμών παραγωγού και η διαμόρφωση του κόστους εκτροφής.

Ο πίνακας 1 απεικονίζει τις μέσες τιμές που λαμβάνει ο Έλληνας κτηνοτρόφος για το μοσχαρίσιο κρέας, το κρέας του αρνιού, του χοιρινού και του κοτόπουλου, την περίοδο 2007-2015.

Αν και μεσολάβησε μία περίοδος οκτώ ετών, με πολλές ανατροπές στη διεθνή και ελληνική οικονομία, μετά από μία σχετικά μικρή αύξηση των τιμών την περίοδο της παγκόσμιας κρίσης, κυρίως την περίοδο 2009-2010, οι τιμές ακολούθησαν πτωτικές τάσεις. Ειδικά την τελευταία περίοδο, οι τιμές παραμένουν καθηλωμένες. Πιο συγκεκριμένα, οι τιμές του αρνίσιου κρέατος, ενώ ήταν οι υψηλότερες της ΕΕ στην αρχή αυτής της περιόδου, σήμερα συγκαταλέγονται στις χαμηλότερες. Έτσι, το έτος 2015, για παράδειγμα, ήταν σχεδόν ίδιες ή μικρότερες από αυτές του Ιανουαρίου του 2007.

Ακόμη πιο δεινή είναι η κατάσταση στη χοιροτροφία, όπου οι τιμές που εισπράττει σήμερα ο κτηνοτρόφος είναι σαφώς μικρότερες από αυτές του παρελθόντος, εξηγώντας τη μεγάλη πτώση του αριθμού των χοιροτροφικών μονάδων που παρατηρείται την ίδια περίοδο. Τέλος, καθηλωμένες με πτωτικές τάσεις, την τελευταία περίοδο, καταγράφονται οι τιμές του μοσχαρίσιου κρέατος και του κρέατος πουλερικών. Αν οι τιμές αυτές αποπληθωρισθούν, γίνεται φανερό ότι το πραγματικό εισόδημα του κτηνοτρόφου μειώθηκε την περίοδο αυτή σημαντικά.

Με βάση τα στοιχεία των εθνικών λογαριασμών, η αξία της ζωικής παραγωγής το 2015 ανήλθε στα 2,7 δισ. ευρώ και η αξία των ζωοτροφών στο 1,9 δισ. ευρώ περίπου. Το γεγονός ότι οι ζωοτροφές συμμετέχουν κατά 70% στη διαμόρφωση του κόστους εκτροφής, κάτι το ασυνήθιστο για την ΕΕ, χρήζει περαιτέρω διερεύνησης. Ωστόσο, δεν υποβαθμίζει το γεγονός ότι το κόστος των ζωοτροφών προσδιορίζει καταλυτικά την παραγωγικότητα και σε μεγάλο βαθμό την ανταγωνιστικότητα της κτηνοτροφίας. Ο πίνακας 2 απεικονίζει την τιμή που εισπράττει ο παραγωγός αραβοσίτου και κριθαριού, την τιμή που καταβάλλει ο κτηνοτρόφος για τα δύο αυτά προϊόντα στα καταστήματα ζωοτροφών, καθώς και τις τιμές τυποποιημένων σύνθετων ζωοτροφών και τη θέση της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή αγορά, με κριτήριο το κόστος απόκτησής τους, για την περίοδο 2007-2015.

Από τον πίνακα μπορούν να εξαχθούν τα εξής συμπεράσματα:

Οι τιμές που καταβάλλει ο κτηνοτρόφος για την αγορά καλαμποκιού και κριθαριού ως ζωοτροφές αυξάνονται σαφώς περισσότερο από τις αντίστοιχες που εισπράττει ο γεωργός φυτικής που τις παράγει.
Όταν οι τιμές που εισπράττει ο παραγωγός της φυτικής μειώνονται, οι ζωοτροφές μειώνονται ελάχιστα ή και καθόλου. Έτσι, το 2015, για παράδειγμα, ενώ οι τιμές του γεωργού είναι χαμηλότερες από ό,τι ήταν το 2007, οι τιμές που καταβάλλει ο κτηνοτρόφος είναι υψηλότερες.
Η απόκλιση τιμών γεωργού και κτηνοτρόφου είναι ιδιαίτερα μεγάλη. Για μία πράξη με ουσιαστικά μηδενική προστιθέμενη αξία, η διαμεσολάβηση κάποιας επιχείρησης ζωοτροφών επιβαρύνει τη μέση τιμή του αραβοσίτου και του κριθαριού κατά 60% και 74% αντίστοιχα, μεταξύ του γεωργού που τα παράγει και του κτηνοτρόφου που τα αγοράζει.
Η αδικαιολόγητα μεγάλη αυτή απόκλιση ισχύει για όλες τις ζωοτροφές για τις οποίες υπάρχουν συγκρίσιμα ευρωπαϊκά στοιχεία. Έτσι, η ελληνική κτηνοτροφία έχει να «αντιμετωπίσει» το πιο ακριβό κτηνοτροφικό κριθάρι της ΕΕ, το δεύτερο πιο ακριβό καλαμπόκι μετά το Βέλγιο, το δεύτερο πιο ακριβό τριφύλλι μετά το Βέλγιο, αλλά διπλάσιας έως τριπλάσιας τιμής σε σύγκριση με γειτονικές χώρες, όπως η Βουλγαρία και η Κροατία, το πιο ακριβό άχυρο της ΕΕ, τη δεύτερη πιο ακριβή πλήρη ζωοτροφή εκτροφής χοίρων μετά την Πολωνία, την τρίτη πιο ακριβή συμπληρωματική ζωοτροφή εκτροφής βοοειδών μετά τη Λιθουανία και την Πορτογαλία και την πιο ακριβή πλήρη τροφή πουλερικών της Ευρώπης.
Ο περιορισμός της μεγάλης αυτής απόκλισης μεταξύ της τιμής που εισπράττει ο γεωργός και αυτής που καταβάλλει ο κτηνοτρόφος για να αποκτήσει τα ίδια προϊόντα ως ζωοτροφές αποτελεί βασικό αντικείμενο των συνεταιριστικών οργανώσεων πολλών χωρών. Το ίδιο ισχύει και για την προμήθεια τυποποιημένων ζωοτροφών με παραγγελίες μεγάλης κλίμακας για λογαριασμό πολλών κτηνοτρόφων που είναι μέλη μίας οργάνωσης.

Είναι τέτοιες δράσεις που πρέπει να σχεδιάσει και να αναπτύξει άμεσα το «νέο συνεταιριστικό κίνημα», ώστε να καταξιωθεί στον αγροτικό κόσμο και να συμβάλει ουσιαστικά στην παραγωγική ανάταξη της αγροτικής και εθνικής οικονομίας.
Share this:
Πηγή: